Bodossaki Lectures on Demand
ΙΔΡΥΜΑ ΜΠΟΔΟΣΑΚΗ

Είναι το Σύνταγμα ένα «σύνολο υποχρεωτικών κανόνων» ή δεν «είναι τίποτε»; Σκέψεις για την εξέλιξη των εγγυητικών θεσμών από το 1974 ως σήμερα

Χριστόπουλος Δημήτρης

15 Δεκεμβρίου 2012

ΟΜΙΛΙΕΣ
EXIT FULL SCREEN
ΔΙΑΡΚΕΙΑ 25:08 ΠΡΟΒΟΛΕΣ 1307

Η εισήγηση αυτή έγινε κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου «Μεταπολίτευση: Από τη μετάβαση στη δημοκρατία στην οικονομική κρίση;» στο πλαίσιο της θεματικής ενότητας "Κράτος και δημόσιες πολιτικές".

Εξαιτίας της ταραγμένης πολιτειακής ιστορίας μείζονος τμήματος του 20ου αιώνα, ο ελληνικός συνταγματισμός με προμετωπίδα το έργο του Αριστόβουλου Μάνεση (Αι Εγγυήσεις τηρήσεως του Συντάγματος) απέδωσε μείζονα έμφαση στις λεγόμενες εγγυητικές λειτουργίες του Συντάγματος.  Με μια κουβέντα, "το Σύνταγμα είναι ένα σύνολο υποχρεωτικών κανόνων, αλλιώς δεν είναι τίποτε". Οι βασικές ιδεολογικές και μεθοδολογικές συντεταγμένες της αφετηρίας μιας αφήγησης της εξέλιξης αυτών εγγυητικών θεσμών από τη μεταπολίτευση ως τις μέρες μας είναι, με την παραπάνω έννοια, ο νομικός θετικισμός και ο πολιτικός φιλελευθερισμός. Από αυτήν την αφετηρία που κυριαρχεί στις πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο – με κάποιους τριγμούς ως την συνταγματική αναθεώρηση του 2001 – η βασική πορεία των εγγυητικών θεσμών είναι μια πορεία με χαρακτηριστικά ποιοτικής εδραίωσης και ποσοτικής διεύρυνσης.
 

Η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης (Ι) είναι το αυτονόητο βάθρο της εξέλιξης αυτής διότι δίχως αποτελεσματική δικαστική προστασία καταργείται η ίδια η έννοια των εγγυητικών λειτουργιών. Η διεθνοποίηση των μηχανισμών προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών (ΙΙ) είναι το δεύτερο στάδιο αυτής της διαδικασίας που εγγράφεται κυρίως μέσω της αναγνώρισης του δικαιώματος της ατομικής προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου το 1981 αλλά και την άμεση εκτελεστότητα των σχετικών αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο σταδιακά στη δεκαετία του ’90 συγκροτεί νομολογιακή ύλη στο πεδίο των εγγυήσεων. Το τρίτο στάδιο αυτής της εξέλιξης είναι η συγκρότηση των ανεξαρτήτων αρχών  με εγγυητική αρμοδιότητα (ΙΙΙ) ως αποτέλεσμα της ολοκλήρωσης της μετάβασης προς ένα εδραιωμένο κράτος δικαίου με εμβληματική μάλλον στιγμή την ίδρυση του Συνηγόρου του Πολίτη το 1997 σε ένα πολλά υποσχόμενο εκσυγχρονιστικό περιβάλλον. Το οποίο για πρώτη φορά νιώθει ασφαλές ώστε να δώσει τη δυνατότητα σε εξωδικαστικούς θεσμούς να συμβάλουν στην προστασία των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων. Το τέταρτο και τελευταίο στάδιο του θεσμικού success story της μεταπολίτευσης είναι η αναγνώριση ενός ζωτικού χώρου προστασίας και επαγρύπνησης για τη θωράκιση των δικαιωμάτων στη λεγόμενη «κοινωνία των πολιτών» (ΙV). Οργανώσεις και φορείς οι οποίοι μέχρι πρόσφατα δεν είχαν θέση στο δημόσιο χώρο ούτε πρόσβαση στο δημόσιο λόγο απέκτησαν σταδιακά προνομιακές επαφές με την εκτελεστική εξουσία, η οποία στο όνομα πολλαπλών και ετερόκλητων σκοπιμοτήτων ολοένα και περισσότερο αφήνει πεδίο δράσεις και παραχωρεί κονδύλια στις ΜΚΟ, ακολουθώντας εξάλλου και την αντίστοιχη τάση στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ.
 

Το αφήγημα αυτό αρχίζει να εμφανίζει σαφείς ρωγμές ήδη από την αρχή της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα καθώς και τα τέσσερα προηγούμενα πεδία εγγυητικής αρμοδιότητας (η δικαστική εξουσία, το διεθνές δίκαιο, οι ανεξάρτητες αρχές και οι ΜΚΟ) σταδιακά παρουσιάζουν συμπτώματα θεσμικού εκφυλισμού: από τα σκάνδαλα του λεγόμενου «παραδικαστικού» και τις μοναδικές για τα δεδομένα εδραιωμένου κράτος δικαίου καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης, την αναδίπλωση προσδοκιών για τις περισσότερες ανεξάρτητες αρχές, ως τις ύποπτες δοσοληψίες μη κυβερνητικών οργανώσεων, το ιδιότυπο institutional trust του εκσυχρονιστικού οράματος της ύστερης μεταπολίτευσης ραγίζει για τα καλά.  Η δημοσιονομική κρίση και η de facto χρεοκοπία της Ελλάδας από τις αρχές του 2010 ανατρέπει τέλος κατεστημένες προσλήψεις για τον ρόλο του διεθνούς παράγοντα στην εδραίωση της προστασίας των δικαιωμάτων. Πλέον – με πρωτοφανή τρόπο – η ΕΕ από μοχλός θεσμικής διεύρυνσης των εγγυήσεων καθίσταται εργαλείο συρρίκνωσης των κοινωνικών και συνεπώς του corpus όλων των ατομικών ελευθεριών.
 

Ο πολιτικός φιλελευθερισμός ηττάται από τις κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες επιλογές και ο νομικός θετικισμός δίνει τη θέση του σε μια ελαστικοποίηση των ερμηνειών των κανόνων δικαίου υποταγμένη πλήρως στα πραγματικά ή μη διλλήματα των δύσκολων καιρών. Με μια κουβέντα: αν ο αγώνας της μεταπολίτευσης ήταν να δώσει τη δέουσα απάντηση στη ρήση του Αβά  Sieyes "το Σύνταγμα είναι ένα σύνολο υποχρεωτικών κανόνων, αλλιώς δεν είναι τίποτε" η συγκυρία της χρεοκοπίας φαίνεται να δίνει τη δική της απάντηση: «τίποτε».

Χριστόπουλος Δημήτρης Κοσμήτορας Σχολής Πολιτικών Επιστημών - Καθηγητής Πολιτειολογίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Γεννήθηκε το 1969 στην Αθήνα με καταγωγή από την Πελασγία Φθιώτιδος. Είναι παντρεμένος με τη δημοσιογράφο Μαριλένα Κατσίμη και έχουν τρία παιδιά: τον Γιώργο (2000), την Κατερίνα (2002) και τη Μάγια (2006). Με σπουδές νομικής, πολιτικών επιστημών και θεωρίας του δικαίου στην Ελλάδα (Κομοτηνή), τη Γαλλία (Στρασβούργο, Αμιένη) και το Βέλγιο (Βρυξέλλες) απέκτησε, από το 1992 ως το 1999, εργασιακή εμπειρία στο Συμβούλιο της Ευρώπης, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη στην Αλβανία και Βοσνία–Ερζεγοβίνη ως διευθύνων περιφερειακού γραφείου στο Brcko. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα εργάστηκε ως ειδικός επιστήμονας στο Συνήγορο του Πολίτη (1999-2003) και στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (2000-2002).

Η συνεργασία του με το Συνήγορο του Πολίτη συνεχίστηκε με την ιδιότητα του συντονιστή του Προγράμματος «Ευνομία» υπό την αιγίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης και στόχο τη στήριξη και παροχή τεχνογνωσίας σε ομόλογους θεσμούς σε χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και του Καυκάσου (2000-2009). Από το 2009 ως το 2011, διευθύνων ευρωπαϊκού consortium διδυμοποίησης του Έλληνα, του Ολλανδού και του Σλοβένου Συνήγορο υπό την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με το νεοπαγή Σέρβο ομόλογο θεσμό.

Από το 2000 διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου, όπου εκλέχτηκε λέκτορας το 2003 και επίκουρος καθηγητής το 2008 με γνωστικό αντικείμενο «Συγκριτική Πολιτική: Ευρώπη-Μειονότητες». Το 2012 εξελέγη στην βαθμίδα του αναπληρωτή καθηγητή και το 2018 έγινε τακτικός καθηγητής. Διδάσκει «Εισαγωγή στην ευρωπαϊκή θεωρία του κράτους και του δικαίου» στους φοιτητές β’ εξαμήνου και ως μαθήματα ελεύθερης επιλογής στο προπτυχιακό: «Μειονότητες στην Ευρώπη», «Ιδιότητα του πολίτη και μετανάστευση» και «Τέχνη, ελευθερία και λογοκρισία». Στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών διδάσκει από το 2006 το μάθημα «Μειονότητες στη νεωτερικότητα». Σε προγενέστερη περίοδο, το μάθημα είχε διδαχθεί για τρία χρόνια και στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Πολιτική Επιστήμη και Κοινωνιολογία» του Πανεπιστημίου Αθηνών ενώ ξαναδιδάσκεται το 2012 και 13. Παράλληλα, έχει διδάξει ως επισκέπτης σε πανεπιστήμια και ινστιτούτα εκτός Ελλάδας, όπως στο Πανεπιστήμιο του Essex (Η.Β.), του Βοσπόρου (Τουρκία), Αμιένης (Γαλλία), Columbia (U.S.A), Javaskyla (Φινλανδία). Το χειμερινό εξάμηνο του 2009-2010 στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής του άδειας δίδαξε στο Ινστιτούτο Κοινωνικής Θεωρίας και Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου (Σερβία).

Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου από το 2003, και μέλος της Ένωσης από το 1996. Από το 2011 αντιπρόεδρος του συμβουλίου. Η Ένωση είναι η παλαιότερη και μεγαλύτερη οργάνωση που δραστηριοποιείται στο χώρο των δικαιωμάτων στην Ελλάδα και μέλος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

To 2013 εξελέγη αντιπρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ως το 2016. Το 2016 εκλέχθηκε πρόεδρος της FIDH ως τον Οκτώβριο του 2019. Το συνέδριο της Ομοσπονδίας του απένημε τον τίτλο του επιτίμου προέδρου της.

Ιδρυτικό μέλος του Κέντρου Ερευνών Μειονοτικών Ομάδων, του πρώτου think tank που ασχολήθηκε με τα μειονοτικά στην Ελλάδα, και υπεύθυνος, μαζί με τον Κωνσταντίνο Τσιτσελίκη, της Σειράς Μελετών του ΚΕΜΟ, στις εκδόσεις Κριτική (1998-2008) και Βιβλιόραμα (2009-2017).

Μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (1996 -), της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού Θέσεις (1998 -), της Ελληνικής Εταιρίας Πολιτικής Επιστήμης (2003-) της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (2004-2005 και 2008-2010), αναπληρωματικό μέλος της Επιτροπής Πολιτογράφησης της Περιφέρειας Ανατολική Αττικής (2011-) και ιδρυτικό μέλος του Ομίλου Αριστόβουλου Μάνεση (2002 -).

Γλώσσες εργασίας τα ελληνικά, αγγλικά και γαλλικά.

Τα υπόλοιπα ενδιαφέροντα στον μεγάλο ελεύθερο χρόνο που προσπαθεί να έχει, σχετίζονται με τα ταξίδια, την πολιτική και τη μουσική.

Η ερευνητική του δραστηριότητα αφορά, μεταξύ άλλων, ζητήματα δικαιωμάτων, μειονοτήτων, μεταναστών, ιδιότητας του πολίτη. Μονογραφίες και αρθρογραφία του κυκλοφορούν ή και έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες.

Προσωπικός ιστότοπος του Δημήτρη Χριστόπουλου

Σχετικές ομιλίες