Bodossaki Lectures on Demand
ΙΔΡΥΜΑ ΜΠΟΔΟΣΑΚΗ

Τέχνη και Ζωή: Πρωτοπορία και ‘Χαμηλή Κουλτούρα’

Χαμαλίδη Έλενα

15 Δεκεμβρίου 2012

ΟΜΙΛΙΕΣ
EXIT FULL SCREEN VIDEO & SLIDES
ΔΙΑΡΚΕΙΑ 21:38 ΠΡΟΒΟΛΕΣ 2659
ΔΙΑΦΑΝΕΙΕΣ /

Η εισήγηση αυτή έγινε κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου «Μεταπολίτευση: Από τη μετάβαση στη δημοκρατία στην οικονομική κρίση;» στο πλαίσιο της θεματικής ενότητας "H κουλτούρα της Μεταπολίτευσης".

Το παράδειγμα του μετασχηματισμού του πρωτοποριακού αιτήματος για την ‘συγχώνευση της τέχνης με τη ζωή’ στην ελληνική σύγχρονη τέχνη, προσφέρεται για την εξέταση συνεχειών και ασυνεχειών στη σχέση της υψηλής κουλτούρας (πρωτοπορία) με τη χαμηλή (ποπ, αντικουλτούρα, underground), από το α’ μισό της δεκαετίας του 1960 ως τη Μεταπολίτευση (β’ μισό του 1970).
 

Το ενδιαφέρον για τη σχέση της τέχνης με τη ζωή συνιστά βασική ειδοποιό διαφορά της πρωτοπορίας από το μοντερνισμό. Στην Ελλάδα, τη δεκαετία του 1930 –με εξαίρεση τoν υπερρεαλισμό– ο εθνικός μοντερνισμός αντιστάθηκε στις καλλιτεχνικές πρωτοπορίες. Έτσι, στη χώρα μας, αναδύεται για πρώτη φορά τέχνη με πρωτοποριακά χαρακτηριστικά κατά τη δεκαετία του 1960, οπότε και επανεξετάζονται δύο, κυρίως, “ιστορικές πρωτοπορίες”, το Νταντά και ο υπερρεαλισμός.
 

Η εμφάνιση της υβριδικής αυτής καλλιτεχνικής πρωτοπορίας στη χώρα μας πριν από τη δικτατορία εκφράζει έναν χώρο ανάμεσα στους πόλους αισθητικών και ιδεολογικών κανόνων: των αισθητικών ‘κανόνων’ του μοντερνισμού (του ακόμη κυρίαρχου Μεσοπολεμικού, και της Μεταπολεμικής Αφαίρεσης (1955-1965) από τη μία, και του Σοσιαλιστικού Ρεαλισμού από την άλλη. Παράλληλα, ο χώρος αυτός είναι ο νέος ιδεολογικός χώρος που διαμορφώνεται από τη διαδικασία αποσταλινοποίησης της Αριστεράς. Αυτός ο χώρος καταλαμβάνεται από την υβριδική πρωτοπορία, η οποία εισάγει θραύσματα της πραγματικότητας μέσω στοιχείων ποπ ή αντικουλτούρας.
 

Και αυτός ο χώρος, όμως, δεν είναι ομοιογενής, όσον αφορά τα καλλιτεχνικά μέσα και τις πρακτικές, αλλά και τη σχέση της τέχνης με την πολιτική.

Κατά τη δεκαετία του 1960, πριν από τη δικτατορία, το περιοδικό Πάλι, που ζητά να συμφιλιώσει τον υπερρεαλισμό με τo Beat, συνιστά σημαντικό πόλο συγκέντρωσης καλλιτεχνών διάφορων γενεών.
 

Τη δεκαετία του 1970, ο τρόπος προσέγγισης του υπερρεαλισμού από το Πάλι, τα μέσα που προτείνει (υπερρεαλιστικό κολλάζ), και η αποκάλυψη μιας άλλης πλευράς της Αμερικανικής κουλτούρας, επιδρά σε ευρύτερους κύκλους μέσω των περιοδικών (Kouros, Panderma, Τραμ, Σήμα). Ταυτόχρονα η αισθητική αυτή ριζοσπαστικοποιείται στους χώρους των αναρχικών και Καστοριαδικών.
 

  Παράλληλα, από τα μέσα του 1960, αλλά κυρίως τη δεκαετία του 1970 ένα άλλο μέρος καλλιτεχνών και ομάδων που πρόσκεινται στην Αριστερά, αντιμετωπίζει την ποπ κουλτούρα ως καταναλωτική κουλτούρα, και χρησιμοποιεί άλλες στρατηγικές (π.χ. Ντανταϊστικές) ή μέσα, για να της ασκήσει κριτική, που σε μερικές περιπτώσεις συνδυάζει με το Ρεαλισμό.
 

Τέλος, στο παράδειγμα κάποιων από αυτούς τους καλλιτέχνες, παράλληλα, γίνεται ένα ακόμη βήμα, αν και σε περιορισμένη κλίμακα: η κριτική στους θεσμούς και την αγορά της τέχνης, κυρίως μέσα από την πρακτική της έκθεσης σε μη εμπορικούς χώρους.
 

Aπό το 1981 επέρχεται η ‘θεσμοποίηση’ μεγάλου μέρους αυτού του χώρου με τα πιο ξεκάθαρα πολιτικά μηνύματα και το ρεαλιστικό ύφος, όχι από την αδύναμη αγορά ή το ανύπαρκτο μουσείο, αλλά από το πανεπιστήμιο. Οι φορείς των ριζοσπαστικών ιδεών του 1970, πολλοί από αυτούς φοιτητές των πρώτων, θα συνεχίσουν να έχουν ως σημεία αναφοράς τους το Νταντά και τον Υπερρεαλισμό, τα οποία όμως θα συγχωνεύουν με τις αναδυόμενες τη δεκαετία του 1980 υποκουλτούρες.

Χαμαλίδη Έλενα Ιστορικός Τέχνης, Τμήμα Ήχου και Εικόνας, Ιόνιο Πανεπιστήμιο

Ιστορικός τέχνης, απόφοιτος του Τμήματος Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του Πανεπιστημίου Αθηνών (B.A., Ph.D), και του Τμήματος Ιστορίας της Τέχνης του Πανεπιστημίου της Κολωνίας (M.Α.). Η διδακτορική της διατριβή είχε ως θέμα την Υποδοχή του Μοντερνισμού στον Ελληνικό Περιοδικό Τύπο Λόγου και Τέχνης της Δεκαετίας 1930-40. Έχει διδάξει Ιστορία της Τέχνης (Π.Δ. 407/80) στη βαθμίδα του λέκτορα και του επίκουρου στα Πανεπιστήμια Πελοποννήσου (Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών, Καλαμάτα), Θεσσαλίας (ΙΑΚΑ, Βόλος) και διδάσκει μέχρι σήμερα στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο (Τμήμα Τεχνών Ήχου και Εικόνας). Διδάσκει, επίσης, στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (ΣΕΠ, ενότητα “Τέχνες Ι.: Ελληνικές Εικαστικές Τέχνες, Επισκόπηση Ελληνικής Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας”). Έχει συμμετάσχει σε ελληνικά και διεθνή συνέδρια, και έχει δημοσιεύσει με αντικείμενο κυρίως την υποδοχή του μοντερνισμού και την αναζήτηση ελληνικής ταυτότητας στην ελληνική τέχνη, καθώς και τη σύγχρονη ελληνική τέχνη. Έχει συνεργαστεί στην σύνταξη του Λεξικού Ελλήνων Καλλιτεχνών (Μέλισσα, Αθήνα, 1997-2000), και υπήρξε επιστημονική επιμελήτρια και συντονίστρια του έργου Contemporary Greek Artists (Μέλισσα, Αθήνα 2004). Το 2009 θα εκδοθεί η μονογραφία της, Νίκη Καναγκίνη. Είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης (Ε.Ε.Ι.Τ.), καθώς και του ICOM και της AICA. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα περιστρέφονται γύρω από τη νεωτεριστική και σύγχρονη ελληνική τέχνη, την τέχνη των νέων μέσων και την έμφυλη ταυτότητα στην γυναικεία καλλιτεχνική δημιουργία.

Σχετικές ομιλίες