



































Κορνέτης Κωστής
Δαμιανίδη Άννα
Τσακνιάς Γιώργος
Γλώσσα
Ελληνική
Ημερομηνία
14/04/2025
Διάρκεια
01:17:42
Εκδήλωση
Έκθεση "1967 -1974. ΚΟΥΛΤΟΥΡΕΣ ΣΕ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ. ΖΩΗ - ΤΕΧΝΗ - ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ"
Χώρος
Μέγαρο Εϋνάρδου
Διοργάνωση
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
Κατηγορία
Τέχνες / Πολιτισμός, Πολιτική
Ετικέτες
χούντα, κουλτούρα, τέχνη, προπαγάνδα, Επταετία, δικτατορία, Ψυχρός Πόλεμος, μετεμφυλιακή περίοδος, χαμένη άνοιξη, δεκαετία του '60, Μάης '68, τουρισμός, πολιτισμός
Η δημοσιογράφος Άννα Δαμιανίδη και ο ιστορικός Κωστής Κορνέτης συζήτησαν αρχικά για τη θέση της ελληνικής δικτατορίας στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής (Ψυχρός Πόλεμος και μετεμφυλιακή Ελλάδα) και για τις διαφορές της από τα άλλα δικτατορικά καθεστώτα της Νότιας Ευρώπης (Ισπανία και Πορτογαλία). Έγινε αναφορά στη «χαμένη άνοιξη» της δεκαετίας του ’60, στο «πνεύμα του Μάη του ’68», στην εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό και στην ανάπτυξη του τουρισμού —και δη του «χίπικου« τουρισμού— την περίοδο της χούντας. Με αφετηρία δημοσιεύματα του βρετανικού Τύπου από το αρχείο αποκομμάτων της Ελένης Βλάχου, εκδότριας της Καθημερινής, συζητήθηκε η αντίσταση ελλήνων καλλιτεχνών στο εξωτερικό (χαρακτηριστικές περιπτώσεις ο Μίκης Θεοδωράκης και η Μελίνα Μερκούρη) και η απήχησή της στη διεθνή κοινή γνώμη. Οι συνομιλητές επίσης έθιξαν θέματα όπως η αντίληψη του δικτατορικού καθεστώτος για την τέχνη και τον πολιτισμό —αναφέρθηκαν διασκεδαστικές λεπτομέρειες από τους εορτασμούς για την επέτειο της 21ης Απριλίου στο Καλλιμάρμαρο—, αλλά και τα στερεότυπα για την εικόνα της Ελλάδας και των Ελλήνων που ανιχνεύονται στον δημοσιογραφικό λόγο των βρετανικών εφημερίδων. Την επιμέλεια και το συντονισμό της εκδήλωσης ανέλαβε ο Γιώργος Τσακνιάς, Ιστορικά Αρχεία ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ.
Στο πλαίσιο της έκθεσης που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σε συνεργασία με τα Γενικά Αρχεία του Κράτους και το Αρχείο της ΕΡΤ, όπου παρουσιάστηκαν τεκμήρια και έργα τέχνης που απόκεινται στις πλούσιες συλλογές τους και τα οποία αποτυπώνουν γλαφυρά όχι τόσο την ιστορία της περιόδου όσο την ιδεολογική περιπέτεια της νεοελληνικής κοινωνίας τα ταραγμένα εκείνα χρόνια, με απώτερο στόχο τη βαθύτερη κατανόηση, την αυτογνωσία της δικής μας, μεταπολιτευτικής κοινωνίας.
Η δικτατορία 1967–1974 επέφερε βαθύτατες αλλαγές στον ιστό της χώρας, ανατρέποντας και τελικά αναδιαμορφώνοντας και ανανεώνοντας τα έως τότε πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα. Υπήρξε όμως και μια περίοδος με βαθύτατο αντίκτυπο στο ιδεολογικό υπόβαθρο και το πολιτιστικό παράδειγμα της ελληνικής κοινωνίας.
Στα χρόνια εκείνα το πλειοψηφικό δημοκρατικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας βίωνε την καθημερινότητα με τρόπο διττό. Από τη μια, η ζωή προχωρούσε με τους θεσμούς και τις κρατικές δομές υπό τον έλεγχο της χούντας, με το κράτος ως κυρίαρχη απειλή και με την αστυνομία, τη χωροφυλακή και τον στρατό να καιροφυλακτούν διαρκώς. Από την άλλη, απέναντι σε αυτή την αίσθηση διαρκούς ελέγχου θριάμβευε η σιωπηλή και συνθετική σκέψη, η σταθερή εναντίωση στη βαρβαρότητα, τη χυδαιότητα, την αυθαιρεσία.
Έτσι αναπτύχθηκαν, σχεδόν αμέσως, δύο αντίθετες κουλτούρες. Η μια ήταν η κουλτούρα της αδέσμευτης σκέψης, της τέχνης, της άμεσης και έμμεσης αντίστασης, η οποία μέσω της λογοτεχνίας, του θεάτρου, του κινηματογράφου και της εικαστικής δημιουργίας αγωνιζόταν να διασώσει το δημιουργικό και κριτικό πνεύμα. Η άλλη ήταν η μάσκα της χουντικής βαρβαρότητας, η οποία μέσω της κρατικής προπαγάνδας, φιλολαϊκών οικονομικών μέτρων και ενός χυδαίου δήθεν πατριωτισμού επί στείρων αντικομμουνιστικών βάσεων πρόβαλλε την ελαφρότητα ως τέχνη και ως εφόδιο για την προοπτική της χώρας.
Η εντεινόμενη αντιπαράθεση των δύο αυτών ιδεολογικών τάσεων θα οδηγήσει σταδιακά σε ζυμώσεις που θα βοηθήσουν την ελληνική κοινωνία να ξεπεράσει το ασφυκτικό μετεμφυλιακό πλαίσιο και να συγκροτήσει μια νέα νοοτροπία, η οποία, με την πτώση της χούντας, θα σφραγίσει την περίοδο της Μεταπολίτευσης.
Η δικτατορία μετά την πτώση της θα κληροδοτήσει στη δημοκρατία αναπόφευκτα την άκριτη εμμονή στην κουλτούρα της αντίστασης, αλλά και την ανοχή στην πεζότητα της δημόσιας χουντικής κουλτούρας. Η ροή της δημοκρατικής πλέον ζωής θα πάψει να ανανεώνεται από την έμμεση, συγκαλυμμένη έκφραση ιδεών, και η πραγματικότητα θα αποκτήσει σταδιακά ένα πρόσωπο αντιληπτό απ’ όλους. Η χούντα θα αποτελέσει παρελθόν, έχοντας αφήσει πίσω της την καταστροφή της Κύπρου, ίχνη βαρβαρότητας αποτυπωμένα στα σώματα και στις ψυχές όσων βασανίστηκαν, αλλά και ίχνη ανοχής στη βαρβαρότητα εμπεδωμένα στη νοοτροπία της χώρας.
Με σπουδές Ιστορίας και Πολιτικών Επιστημών στο Μόναχο, το Λονδίνο και τη Φλωρεντία, ο Κωστής Κορνέτης δίδαξε ιστορία στο Brown University, στο New York University και στο University of Sheffield, ενώ διετέλεσε Marie Curie Fellow στη Μαδρίτη και Santander Fellow στην Οξφόρδη. Το βιβλίο του «Τα παιδιά της δικτατορίας. Φοιτητική αντίσταση, πολιτισμικές πολιτικές και η μακρά δεκαετία του 60 στην Ελλάδα» (εκδ. Πόλις, μτφ. Πελαγία Μαρκέτου, 2015) απέσπασε το βραβείο Edmund Keeley. Έχει συνεπιμεληθεί τρείς τόμους σχετικά με τις μεταβάσεις στη δημοκρατία στον ευρωπαϊκό νότο στη δεκαετία του ‘70 και έχει δημοσιεύσει σχετικά με το ζήτημα των εβραϊκών περιουσιών στη Θεσσαλονίκη. Εργάζεται ως επίκουρος καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης.
Η Άννα Διαμιανίδη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953. Σπούδασε νομικά στη Θεσσαλονίκη, δημοσιογραφία στο Παρίσι. Εργάστηκε στα ΝΕΑ και μετά στην ΑΥΓΗ κάνοντας διάφορα ρεπορτάζ, πριν καταλήξει στο χρονογράφημα. Από το 1982 ασχολήθηκε με καθημερινές εκπομπές λόγου στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ.
Βιβλία της:
"Οι Ξυπόλητες", νουβέλλα (Διογένης 1981)
"Σκεύος Ηδονής", διηγήματα (1984)
"Μια γωνιά στο πρωινό σώμα", χρονογράφημα (Οδυσσέας 1990)
"Η τελευταία πριγκήπισσα", μυθιστόρημα (Άγρωστις 1990)
“Μια γωνιά στο πρωινό σώμα”, (Οδυσσέας 1990)
“Ατομικό καταφύγιο”, (Γαβριηλίδης 1994)
“Παραμύθια για τα παιδιά της Αθήνας”, (Εκδόσεις Πατάκη 2003)
“Το ωραιότερο πράγμα του κόσμου”, (Ποταμός 2012)