Bodossaki Lectures on Demand
ΙΔΡΥΜΑ ΜΠΟΔΟΣΑΚΗ

Γ΄ ΜΕΡΟΣ: Τα Μουσεία της Ηπείρου στην πορεία για την Πιστοποίησή τους - Στρογγυλή Τράπεζα

Δούμα Ελευθερία, Γλύτση Έλενα, Παπαδοπούλου Βαρβάρα, Πλιάκου Γεωργία, Αγγέλη Ανθή, Φωτοπούλου Σταυρούλα - Βίλλυ

29 Σεπτεμβρίου 2023

ΟΜΙΛΙΕΣ
EXIT FULL SCREEN
ΔΙΑΡΚΕΙΑ 01:24:55 ΠΡΟΒΟΛΕΣ 39

Στην Εθνική Πινακοθήκη πραγματοποιήθηκε η 3η Ενημερωτική Συνάντηση για την Αναγνώριση και Πιστοποίηση των Ελληνικών Μουσείων με θέμα «Συμπεριληπτικά, ελκυστικά και βιώσιμα μουσεία», την οποία διοργάνωσε η Διεύθυνση Νεώτερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού.

Η σημασία της μεταρρύθμισης που εισήγαγε το Ελληνικό Σύστημα Αναγνώρισης και Πιστοποίησης Μουσείων αποτελεί μία ευρεία και ολοκληρωμένη παρέμβαση του Υπουργείου Πολιτισμού, με στόχο τη συνολική αναβάθμιση και προσαρμογή του μουσειακού τομέα της χώρας στις ανάγκες, τις απαιτήσεις και τις κάθε είδους προκλήσεις του 21ου αιώνα. Η υλοποίηση της ενταγμένης στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα 2014-2020» -που χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης- Πράξης «Ελληνικό Σύστημα Αναγνώρισης και Πιστοποίησης Μουσείων», εκτελείται σε συνεργασία του ΥΠΠΟ με την Κοινωνία της Πληροφορίας.

«Τα μουσεία πρέπει να εμπνέουν, όσο και να εκπαιδεύουν το κοινό. Να προκαλούν συναισθήματα και ενσυναίσθηση, όσο και να διαδίδουν γνώσεις. Να απευθύνονται τόσο στην ψυχή όσο και στο μυαλό. Οφείλουν, να είναι ανοιχτά και προσβάσιμα, ελκυστικά και συμπεριληπτικά σε φυσικό και εννοιολογικό επίπεδο. Να απευθύνονται με τρόπο στοχευμένο, προσιτό και εύληπτο σε όλες τις κατηγορίες κοινού. Να ανταποκρίνονται στις ανάγκες, τις δυνατότητες και τις επιθυμίες τους. Αλλά να είναι ταυτόχρονα ανθεκτικά και βιώσιμα», ανέφερε η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη στην παρέμβασή της.

«Τα μουσεία είναι κάτι πολύ περισσότερο από το φυσικό κέλυφος και τις συλλογές τους», τόνισε η Υπουργός. «Είναι μεν επιφορτισμένα με τη συλλογή, τη διατήρηση, την ερμηνεία και την έκθεση των υλικών και άυλων αγαθών της πολιτιστικής κληρονομιάς, συνιστούν ωστόσο τους θεματοφύλακες και επιμελητές της συλλογικής μνήμης και ταυτότητας. Είναι φορείς πανανθρώπινων ιδεών και αξιών, κέντρα πολιτιστικής, καλλιτεχνικής και εκπαιδευτικής δράσης, αλλά και συντελεστές της τοπικής και υπερτοπικής παραγωγικής και οικονομικής δραστηριότητας. Καλούνται να επιτελέσουν ένα σύνθετο, πολυεπίπεδο και απαιτητικό κοινωνικό και αναπτυξιακό ρόλο. Προκειμένου να ανταποκριθούν με επιτυχία στο ρόλο αυτόν, τα μουσεία είναι αναγκαίο να διατηρούν τη δυνατότητα να εξελίσσονται και να αναπτύσσονται από κοινού με την κοινωνία. Η εμβέλεια και ο αντίκτυπος των μουσείων είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με το βαθμό της οργανικής τους ένταξης στην καθημερινή ζωή, στις κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες και αλληλεπιδράσεις, αλλά και στο διάλογο για μείζονα ζητήματα που απασχολούν τους πολίτες, τις ιδέες, τα οράματα και τις προσδοκίες για το παρόν και το μέλλον».

Η Υπουργός Πολιτισμού επεσήμανε ότι «τα μουσεία καλούνται να επιτελέσουν ένα σύνθετο, πολυεπίπεδο και απαιτητικό κοινωνικό και αναπτυξιακό ρόλο. Για να ανταποκριθούν σε αυτόν είναι αναγκαίο να διατηρούν τη δυνατότητα να εξελίσσονται και να αναπτύσσονται από κοινού με την κοινωνία. Η εμβέλεια και ο αντίκτυπος των μουσείων είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με το βαθμό της οργανικής τους ένταξης στην καθημερινή ζωή, στις κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες και αλληλεπιδράσεις, αλλά και στο διάλογο για μείζονα ζητήματα που απασχολούν τους πολίτες, τις ιδέες, τα οράματα και τις προσδοκίες για το παρόν και το μέλλον. Οφείλουν, να είναι ανοιχτά και προσβάσιμα, ελκυστικά και συμπεριληπτικά, σε φυσικό και εννοιολογικό επίπεδο. Να απευθύνονται με τρόπο στοχευμένο, προσιτό και εύληπτο σε όλες τις κατηγορίες κοινού, να ανταποκρίνονται στις ανάγκες, τις δυνατότητες και τις επιθυμίες τους. Αλλά να είναι ταυτόχρονα ανθεκτικά και βιώσιμα».

Στην περασμένη δεκαετία, η παρατεταμένη οικονομική ύφεση και μετά η επέλαση της πανδημίας δημιούργησαν σημαντικές δυσκολίες και προκλήσεις τόσο στους οργανισμούς όσο και στους εργαζόμενους στο πολιτιστικό τομέα. Φυσικά, δεν έμειναν ανεπηρέαστα και τα μουσεία.

Η οικονομική, λειτουργική και επιχειρησιακή βιωσιμότητα και αειφορία των μουσείων και των πολιτιστικών οργανισμών και ο αντίκτυπός τους στην κοινωνία, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, συναρτάται από το πόσο γρήγορα και αποτελεσματικά θα μπορέσουν να καταστρώσουν και να εφαρμόσουν νέες στρατηγικές.

Το θεσμικό και λειτουργικό πλαίσιο της διαδικασίας θέτει, με ενιαίο και συστηματικό τρόπο, το Ελληνικό Σύστημα Αναγνώρισης και Πιστοποίησης Μουσείων του Υπουργείου Πολιτισμού, που στοχεύει στη συνολική αναβάθμιση της δομής, της λειτουργίας και των υπηρεσιών, φυσικών και ψηφιακών, που παρέχουν τα μουσεία της Χώρας και την ενίσχυση της διασύνδεσής τους, τόσο σε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο».

Η Υπουργός αναφέρθηκε αναλυτικά στο σύστημα των διαδικασιών αξιολόγησης, που ακολουθεί τα διεθνή πρότυπα σχεδιασμού και εφαρμογής μουσειακής πολιτικής, εφαρμόζοντας προδιαγραφές και κανόνες δεοντολογίας που έχουν θεσπιστεί από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM) σε συνεργασία με τις ενώσεις των επαγγελματιών και οργανισμούς του πολιτισμού, ώστε, να συνδράμει με παροχή τεχνογνωσίας –και πόρων, όπου είναι δυνατό– στην καταγραφή και στην αντιμετώπιση αδυναμιών και προβλημάτων, στην εμπέδωση καλών πρακτικών και προγραμματισμού και στην εφαρμογή δράσεων μεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμού.

«Είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικό και χαρμόσυνο το γεγονός», είπε η Λίνα Μενδώνη, «ότι στα πρώτα χρόνια εφαρμογής του θεσμού –κι ενώ ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη το έργο που θα συστηματοποιήσει, θα διευκολύνει και θα επιταχύνει τις διαδικασίες, μέσω της ανάπτυξης ενός επικουρικού πληροφοριακού συστήματος και μιας γνωσιακής βάσης δεδομένων αναφοράς– 40 και πλέον μουσεία έχουν ήδη υποβάλει αίτημα Αναγνώρισης. Τα περισσότερα από αυτά έχουν ολοκληρώσει το στάδιο προελέγχου, ενώ δέκα έχουν ήδη αναγνωριστεί».

Στην Ελλάδα, σήμερα, λειτουργούν συνολικά περί τα 500 μουσεία. Από αυτά τα 200 ανήκουν στο Υπουργείο Πολιτισμού και τα 300 σε οργανισμούς, εκτός αυτού. Η απονομή ή διατήρηση του σήματος «Πιστοποιημένο Μουσείο» ή αντίστοιχα «Αναγνωρισμένο Μουσείο», ενώ για την πρώτη κατηγορία είναι υποχρεωτική, για την δεύτερη είναι εθελοντική. Θα επαναλαμβάνεται σε τακτά διαστήματα για τα μουσεία που αποδεδειγμένα πληρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές οργάνωσης και λειτουργίας.

Το πρόγραμμα Πιστοποίησης των Δημοσίων Μουσείων ξεκίνησε ήδη πιλοτικά, από την Περιφέρεια Ηπείρου και τα αρχαιολογικά μουσεία της Νικόπολης, της Άρτας, της Ηγουμενίτσας και των Ιωαννίνων.

Στη διάρκεια της εκδήλωσης οκτώ ακόμη μουσεία έλαβαν από το Υπουργείο Πολιτισμού το «σήμα» του Αναγνωρισμένου Μουσείου. Πρόκειται για το Μουσείο Καζαντζάκη στο Ηράκλειο της Κρήτης, τη Δημοτική Πινακοθήκη Κατσίγρα της Λάρισας, την Πινακοθήκη Αβέρωφ στο Μέτσοβο, τα Μουσεία του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς Υδροκίνησης στη Δημητσάνα, Πλινθοκεραμοποιίας στο Βόλο, Περιβάλλοντος στη Στυμφαλία, Βιομηχανικής Ελαιουργίας στη Λέσβο και το Μουσείο Αργυροτεχνίας στα Ιωάννινα.

Δούμα Ελευθερία Προϊσταμένη Τμήματος Αρχαιολογικών Μουσείων και Συλλογών, Υπουργείο Πολιτισμού
Γλύτση Έλενα Αρχαιολόγος - Μουσειολόγος, Διεύθυνση Αρχαιολογικών Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων, Υπουργείο Πολιτισμού

Κάτοχος πτυχίου Ιστορίας και Αρχαιολογίας από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και μεταπτυχιακού τίτλου (Master of Arts) στη Μουσειολογία από το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.

Από το 2003 υπηρετεί το Υπουργείο Πολιτισμού & Αθλητισμού από διάφορες θέσεις (Νομισματικό Μουσείο, Μουσείο Αρχαιολογικού Χώρου Αρχαίας Ολυμπίας, Επιγραφικό Μουσείο). Το 2007 εντάσσεται στο δυναμικό της Διεύθυνσης Αρχαιολογικών Μουσείων, Εκθέσεων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων, όπου επικεντρώνεται σε ζητήματα που άπτονται της διαχείρισης των κρατικών αρχαιολογικών μουσείων και της εκπόνησης/ελέγχου μουσειολογικών μελετών για την οργάνωση ή επανέκθεση μουσείων. Είναι μέλος της Ομάδας Εργασίας για την ανάπτυξη και εφαρμογή του ελληνικού συστήματος αναγνώρισης μουσείων. Κατά το παρελθόν εργάστηκε στο Τμήμα Μεσαιωνικής Τέχνης του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης με αρμοδιότητα την τεκμηρίωση των βυζαντινών συλλογών του Μουσείου. Έχει συγγράψει εκπαιδευτικό υλικό για το μεταπτυχιακό πρόγραμμα της Διοίκησης Πολιτισμικών Μονάδων του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Στα επιστημονικά της ενδιαφέροντα συγκαταλέγονται η ερμηνεία των συλλογών και η πολυγλωσσία στα μουσεία.

Παπαδοπούλου Βαρβάρα Δρ. Αρχαιολόγος - Προϊσταμένη Εφορείας Αρχαιοτήτων Άρτας

Η Βαρβάρα Ν. Παπαδοπούλου είναι διδάκτωρ αρχαιολογίας. Είναι Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Άρτας και Αν. Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων.

Πλιάκου Γεωργία Προϊσταμένη Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και Μουσείων, Εφορεία Αρχαιοτήτων Θεσπρωτίας

Η Γεωργία Θ. Πλιάκου είναι Προϊσταμένη του Τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και Μουσείων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Θεσπρωτίας.

Είναι αρχαιολόγος, Πτυχιούχος και κάτοχος διδακτορικού διπλώματος (Ph.D.) του τμήματος Ιστορίας - Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Υπηρετεί ως αρχαιολόγος στη ΙΒ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων από το 1988 και από το 1993 ως μόνιμη επιμελήτρια αρχαιοτήτων.

Έλαβε μέρος και επέβλεψε πολλές σωστικές ανασκαφές στην Αμβρακία (σύγχρονη Άρτα), στη Λευκάδα και στην περιοχή των Ιωαννίνων. Είναι μέλος της επιστημονικής ομάδας του Ελληνοαλβανικού Ερευνητικού Προγράμματος ανασκαφών στην αρχαία πόλη Αντιγόνεια στη νότια Αλβανία (2005-2008). Συμμετείχε στις εργασίες επανέκθεσης του Αρχαιολογικού Μουσείου Λευκάδας (2002), στη σύνταξη της Μουσειολογικής μελέτης επανέκθεσης του Αρχαιολογικού Μουσείου Ιωαννίνων και στην μουσειογραφική εφαρμογή –επανέκθεση των Συλλογών ιστορικών χρόνων του Αρχαιολογικού Μουσείου Ιωαννίνων, όπου μεταξύ άλλων ανέλαβε την επιστημονική επεξεργασία – επιμέλεια κειμένων και εφαρμογών πολυμέσων. Έχει δημοσιεύσει άρθρα που αφορούν στην αρχαία πόλη και το νησί της Λευκάδας, καθώς και στην κεραμική από την Αμβρακία, τη Λευκάδα, τη Νικόπολη και την περιοχή του λεκανοπεδίου των Ιωαννίνων. Έχει συγγράψει εκπαιδευτικό πρόγραμμα για το ιερό της Δωδώνης και οργάνωσε την πειραματική εφαρμογή του στον αρχαιολογικό χώρο με σχολεία πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα επικεντρώνονται στην ιστορική γεωγραφία και τοπογραφία της Ηπείρου με έμφαση στην περιφέρεια της αρχαίας Μολοσσίας, καθώς και στη μελέτη της κεραμικής από την ίδια περιοχή.

Αγγέλη Ανθή Προϊσταμένη Εφορείας Αρχαιοτήτων Πρέβεζας
Φωτοπούλου Σταυρούλα - Βίλλυ Διευθύντρια Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Υπουργείο Πολιτισμού & Αθλητισμού

Η Σταυρούλα –Βίλλυ Κ. Φωτοπούλου γεννήθηκε στην Καλαμάτα, και αποφοίτησε από το 1ο Γενικό Λύκειο της πόλης.

Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών.

Εργάζεται από το 1996 στο Υπουργείο Πολιτισμού, όπου τοποθετήθηκε ως απόφοιτος της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης.

Διαθέτει μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών στη Σύγχρονη Ιστορία (ΕΚΠΑ, 2008) και στην Κοινωνική Λαογραφία (ΕΚΠΑ, 2011).

Χειρίζεται άριστα την αγγλική γλώσσα και ικανοποιητικά τη γαλλική και την ισπανική.

Είναι Διευθύντρια Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς στη Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς από το 2014. Έχει εκπροσωπήσει το Υπουργείο Πολιτισμού σε Διεθνείς Οργανισμούς (UNESCO, EE), αναφορικά με θέματα αρμοδιότητάς της.

Σχετικές ομιλίες

Α΄ ΜΕΡΟΣ: Παρουσίαση του συγχρηματοδοτούμενου έργου για την Αναγνώριση και Πιστοποίηση των Μουσείων 01:12:48

Σεπ 29, 2023

Α΄ ΜΕΡΟΣ: Παρουσίαση του συγχρηματοδοτούμενου έργου για την Αναγνώριση και Πιστοποίηση των Μουσείων

Διδασκάλου Γεώργιος Φωτοπούλου Σταυρούλα - Βίλλυ Πλούμπη Σοφία Ντάρδα Χρυσή Βουβάκης Μανώλης Καλλινικίδου Άννα Νάσαινας Σπύρος Γαρέζου Μαρία - Ξένη

Γλώσσα: Ελληνική