Bodossaki Lectures on Demand
ΙΔΡΥΜΑ ΜΠΟΔΟΣΑΚΗ

Οι «βαρβαρικές εισβολές» και η γέννηση της Ιστορίας της Τέχνης

Michaud Eric, Ματθιόπουλος Ευγένιος

6 Μαΐου 2017

ΟΜΙΛΙΕΣ
EXIT FULL SCREEN VIDEO & SLIDES
ΔΙΑΡΚΕΙΑ 100:43 ΠΡΟΒΟΛΕΣ 1941
ΔΙΑΦΑΝΕΙΕΣ /

Η Εταιρεία Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης (ΕΕΙΤ) με χαρά φιλοξένησε τον καθηγητή Eric Michaud, Διευθυντή σπουδών στην École des Hautes Études en Sciences Sociales (ΕHESS), ο οποίος έδωσε διάλεξη στο πλαίσιο των τακτικών ομιλιών/σεμιναρίων που διοργανώνει με προσκεκλημένους ιστορικούς τέχνης διεθνούς κύρους.

Στην εισήγησή του, με θέμα Οι «βαρβαρικές εισβολές» και η γέννηση της Ιστορίας της Τέχνης, ο καθηγητής Michaud εστίασε στο γεγονός ότι η ιστορία της τέχνης συγκροτήθηκε ως επιστήμη, από το 1800 και μετά, με βάση το φανταστικό αφήγημα των βαρβαρικών εισβολών, συνδέθηκε με την άνοδο των εθνικισμών και τον σχηματισμό των Εθνών-κρατών και ως εκ τούτου  πειθάρχησε  στο  αξίωμα  της  ομοιογένειας  και  φυλετικής  καθαρότητα  των  λαών.  Η ιστορία της τέχνης, εξαρτώντας τα καλλιτεχνικά στυλ από το αίμα, συνέδεσε τα αντικείμενα με φυλετικές ομάδες βασιζόμενη σε κάποια ορατά διακριτά στοιχεία.

Στόχος της διάλεξης δεν είναι να καταδειχθούν μόνο οι φυλετικές/ρατσιστικές προϋποθέσεις των απαρχών  αυτής  της  επιστήμης,  αλλά επίσης  να επισημανθεί  ο  βαθμός  που  ακόμη και σήμερα,  στο  πλαίσιο  της  παγκοσμιοποιημένης  αγοράς  τέχνης,  οι  φυλετικοί  προσδιορισμοί, άμεσα συναρτημένοι με την ιδιοφυία (génie) των λαών, συνεχίζουν να προσδιορίζουν τα καλλιτεχνικά αντικείμενα προσδίδοντάς τους σημαντική υπεραξία.


 

Σύνοψη (σημείωμα του ομιλητή)

Η ιστορία της τέχνης άρχισε με τις «βαρβαρικές εισβολές» (των γερμανικών φύλων) που ξεκίνησαν για την κατάκτηση της Ευρώπης κατά τον 4ο και 5ο αιώνα μ.Χ. Ωστόσο είναι το 1800 που αυτές οι εισβολές άρχισαν να θεωρούνται ξαφνικά το γεγονός που σηματοδότησε την είσοδο της Δύσης στη νεωτερικότητα: το νέο αίμα των βόρειων φυλών είχε επιφέρει μια νέα τέχνη, αντι-κλασική, η κληρονομιά της οποίας ήταν ακόμα εμφανής στην Ευρώπη. 

Σύμφωνα με αυτή τη θέση, η ιστορία της τέχνης, ως τομέας γνώσης διακριτός από την ιστορία, δεν ξεκίνησε ούτε με τον Βαζάρι, ούτε με τον Βίνκελμαν. Διότι για τον Βαζάρι, τον 16ο αιώνα, η τέχνη είχε διακοπεί βίαια από τις εισβολές των βαρβάρων και ξανάρχισε κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας των Μεδίκων, ενώ για τον Βίνκελμαν, τον 18ο αιώνα, η τέχνη είχε σταματήσει εξαιτίας των βαρβαρικών εισβολών. Ωστόσο στο έργο του Ιστορία της αρχαίας τέχνης, πραγματεύεται λιγότερο την ιστορία και περισσότερο την ουσία της τέχνης, χρησιμοποιώντας την αρχαιοελληνική τέχνη ως κανόνα. Και είναι έναντι αυτής της κανονιστικής αξίας της κλασικής τέχνης που δομείται μετά το 1800 μια άλλη ιστορία της τέχνης: διεκδικώντας τη συγγένεια με το γερμανικό ή σκανδιναβικό αίμα, διατείνεται ότι αφίσταται τόσο από το παράδειγμα της ιταλικής Αναγέννησης, όσο και από το παράδειγμα της αρχαίας Ελλάδας. 

Αυτό το φανταστικό αφήγημα των βαρβαρικών εισβολών, άρρηκτα συνδεδεμένο με τον σχηματισμό των Εθνών-κρατών και την άνοδο των εθνικισμών στην Ευρώπη, βασιζόταν στο αξίωμα της ομοιογένειας και της συνέχειας των λαών. Η ιστορία της τέχνης, εξαρτώντας τα καλλιτεχνικά στυλ από το αίμα, συνέδεσε τα αντικείμενα με φυλετικές ομάδες βασιζόμενη σε κάποια ορατά διακριτά στοιχεία: άλλοτε οι «απτές» ή «οπτικές» τους ιδιότητες πρόδιδαν τη «λατινική» ή τη «γερμανική» τους προέλευση, άλλοτε η επικράτηση «γραμμικών» στοιχείων έδειχνε τη μεσογειακή τους προέλευση, ενώ το «ζωγραφικό» («pictural») στοιχείο υποδείκνυε τη γερμανική ή τη σκανδιναβική καταγωγή. Τα μουσεία, τέλος, συγκέντρωναν τα έργα τέχνης με βάση τη γεωγραφική τους προέλευση και την «εθνικότητα» των δημιουργών τους. 

Σκοπός δεν είναι να καταδείξουμε ότι η ιστορία της τέχνης ήταν μια ρατσιστική επιστήμη• όπως και οι άλλες κοινωνικές επιστήμες, επηρεάστηκε και καθοδηγήθηκε από τη ρατσιστική σκέψη που στόχευε στην ταξινόμηση και την ιεράρχηση των ανθρώπων με βάση τα σωματικά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά που τους αποδίδονταν. Όμως οι δεσμοί που σφυρηλάτησε μεταξύ των ανθρώπων και των καλλιτεχνικών τους αντικειμένων δεν έχουν ακόμα διαρραγεί: η πλέον κρατούσα γνώμη για την τέχνη είναι ότι ενσαρκώνει με τον καλύτερο τρόπο την ιδιοφυία των λαών. Ακόμα και σήμερα, στην παγκοσμιοποιημένη αγορά της τέχνης, προβάλλεται η εθνο-φυλετική προέλευση των έργων– «Μαύρη», «Αφρο-αμερικανική», «Λατινική» ή «Ιθαγενής της Αμερικής» - και προσδίδει στα αντικείμενα αυτά σημαντική υπεραξία. Έτσι εξακολουθεί να ισχύει ο ίδιος ανταγωνισμός των «φυλών» που κυριάρχησε στις απαρχές της ιστορίας της τέχνης.

Michaud Eric Διευθυντής Σπουδών, École des Hautes Études en Sciences Sociales (ΕHESS), Παρίσι

Ο Eric Michaud (1948) είναι Διευθυντής σπουδών στην École des Ηautes Etudes en Sciences Sociales (EHESS), στο Παρίσι, όπου υπηρετεί από το 1998, στην έδρα με θέμα «Ιστορίες και Ιδεολογίες της Σύγχρονης Τέχνης».

Στο διάστημα 1972-1998 υπηρέτησε, αρχικά ως επίκουρος και στη συνέχεια ως αναπληρωτής καθηγητής, στο Université Marc Bloch του Στρασβούργου. Διετέλεσε επισκέπτης καθηγητής στο The Johns Hopkins University (1991-1992 και 2004), στο Duke University (2003) και στο University of Virginia (2005).

Έλαβε τον τίτλο του διδάκτορα το 1976 από το Université Paris 1-Panthéon-Sorbonne και το 1995 ολοκλήρωσε το Doctorat d’Etat στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Τα ερευνητικά ενδιαφέροντά του αφορούν στις σχέσεις μεταξύ τέχνης, πολιτικής, προπαγάνδας, καθώς και την ανθρωπολογική έννοια της φυλής.

Έχει λάβει τιμητικές διακρίσεις από το Institute for Advanced Study του Πρίνστον (2010), από το Clark Art Institute (Ουίλλιαμσταουν, 2014) και το Getty Resarch Institute (Λος Άντζελες, 2015). Έχει διατελέσει μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της École des Ηautes Εtudes en Sciences Sociales (EHESS), της École Nationale Supérieure des Beaux-Arts, και του Επιστημονικού Συμβουλίου του Institut national d’histoire de l’art (Παρίσι).

Σήμερα είναι μέλος της διεθνούς επιστημονικής επιτροπής του περιοδικού Scienza & Politica, της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού Etudes photographiques και Images re-vues - histoire, anthropologie et théorie de l’art, καθώς και εξωτερικός κριτής για το School of Historical Studies στο Institute for Advanced Study του Πρίνστον.

Οι σημαντικότερες αυτοτελείς μελέτες του είναι: Les invasions barbares. Une généalogie de l’histoire de l’art (Παρίσι, Gallimard, 2015)· Histoire de l’art: une discipline à ses frontières (Παρίσι, Hazan, 2005)· The Cult of Art in Nazi Germany (αγγλ. μτφρ. Janet Lloyd, Stanford University Press, 2004)· Fabriques de l’homme nouveau, de Léger à Mondrian (Παρίσι, Carré, 1997)· La fin du salut par l’image, (Νίμ, Jacqueline Chambon, 1992)· Théâtre au Bauhaus, 1919-1929 (Λωζάννη, L’Age d’Homme, 1978).

Ματθιόπουλος Ευγένιος Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης, Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης

Ο Ευγένιος Ματθιόπουλος είναι Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης της Δύσης, στο τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης και συνεργαζόμενος ερευνητής του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών-ΙΤΕ.

Το 1983 απέκτησε πτυχίο ζωγραφικής από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Το 1985 συνέχισε τις σπουδές του σε μεταπτυχιακό επίπεδο στον τομέα της Ιστορίας της Τέχνης (1985) και, μετέπειτα, στη Φιλοσοφία της Τέχνης και Αισθητικής (1987) στο Πανεπιστήμιο Paris I - Panthéon - Sorbonne. To 1997 ολοκλήρωσε τη διδακτορική του διατριβή με θέμα Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Μπιεννάλε της Βενετίας 1934-1940 στο τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης.

Το 1995-2001, εργάστηκε ως επιστημονικός επιμελητής και αρχισυντάκτης του Λεξικού Ελλήνων Καλλιτεχνών (Μέλισσα, Αθήνα, τόμοι Α΄-Δ΄: 1997-2001).

Το 2003-2010 συνεργάστηκε ως ερευνητής με το Μουσείο Μπενάκη.

Συνεργαζόμενος ερευνητής από το 2001 και μέλος από το 2012 του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών - Ι.Τ.Ε.

Μέλος του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Κρήτης, 2012-2017.

Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΜΣΤ, από το 2017.

Ιδρυτικό μέλος και Πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Ιστορικών Τέχνης (ΕΕΙΤ), από το 2016.

Έχει δημοσιεύσει πολυάριθμες μελέτες για την ελληνική τέχνη, καθώς και τα βιβλία: 
Η τέχνη πτεροφυεί εν οδύνη, 2005 
Η ζωή και το έργο του Γιάννη Μηταράκη, 2006
Η ζωή και το έργο του Κωστή Παρθένη, 2008.
Γιώργος Πετρής, Επιθεώρηση Τέχνης. Τεχνοκριτικά κείμενα 1953 - 1986, Αθήνα – Ηράκλειο, AICA-Ελλάς, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2008.

Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα προσανατολίζονται στην Ιστορία της Τέχνης, στην Ελλάδα του 19ου και του 20ου αιώνα και εστιάζονται κυρίως στην παρέμβαση του Κράτους και το ρόλο των θεσμών στο χώρο της τέχνης, καθώς και των μηχανισμών πρόσληψης της νεωτερικής τέχνης, τόσο στο πεδίο της καλλιτεχνικής παραγωγής, όσο και στα πεδία της ιδεολογίας, της αισθητικής, της θεωρίας της τέχνης και της κριτικής.

Είναι μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (Ε.Ε.Τ.Ε.) και της Εταιρείας Τεχνοκριτικών Ελλάδος (AICA).

Σχετικές ομιλίες

Transitions | Συμπόσιο: Γ΄Ενότητα - Η Ουγγαρία στο επίκεντρο: Οι δυναμικές της δημοκρατικής οργάνωσης από τα κάτω στην κουλτούρα και στην κοινωνία των πολιτών (πάνελ) 90:14

Νοε 28, 2015

Transitions | Συμπόσιο: Γ΄Ενότητα - Η Ουγγαρία στο επίκεντρο: Οι δυναμικές της δημοκρατικής οργάνωσης από τα κάτω στην κουλτούρα και στην κοινωνία των πολιτών (πάνελ)

KissPál Szabolcs Somogyi Hajnalka Laszlo Luca Janka Páldi Lívia Lotker Zupanc Sodja

Γλώσσα: Αγγλική, με παράλληλη ελληνική μετάφραση